Πολλοί πεζοπόροι έχουν την ίδια συνήθεια: γεμίζουν το σακίδιό τους με τρία ή τέσσερα λίτρα νερό, ανεξάρτητα από τη διαδρομή, τον καιρό ή το υψόμετρο. Για πολλούς, αυτό δεν είναι απλώς πρακτική επιλογή, αλλά αντίδραση σε κάτι βαθύτερο: το άγχος μήπως ξεμείνουν από νερό.
Ωστόσο, όπως εξηγούν οι ειδικοί, η υπερφόρτωση νερού μπορεί να είναι περισσότερο επιβλαβής παρά ωφέλιμη. Όχι μόνο προσθέτει σημαντικό βάρος στο σακίδιο—ένα λίτρο νερού ζυγίζει 1 κιλό—αλλά αυξάνει και την κόπωση, επιβραδύνει το ρυθμό βάδισης και προκαλεί ακόμη περισσότερο ιδρώτα. Το αποτέλεσμα; Μια φαύλη κυκλική σχέση όπου το επιπλέον νερό που κουβαλάς αυξάνει την ανάγκη για… επιπλέον νερό.
Η απαρχή της «υπερενυδάτωσης»
Η εμμονή της σύγχρονης κοινωνίας με τη συνεχή ενυδάτωση είναι σχετικά πρόσφατο φαινόμενο. Στη δεκαετία του 1950, οι προπονητές συμβούλευαν τους αθλητές να πίνουν όσο το δυνατόν λιγότερο κατά την άσκηση. Οι μαραθώνιοι διεξάγονταν σχεδόν χωρίς σταθμούς ανεφοδιασμού. Η ιδέα ότι «πρέπει να πίνεις νερό συνέχεια» απλά δεν υπήρχε.
Αυτό άλλαξε τη δεκαετία του 1970, όταν η βιομηχανία εμφιαλωμένου νερού ανακάλυψε μια ευκαιρία. Η δημοφιλής αλλά ατεκμηρίωτη οδηγία των «8 ποτηριών την ημέρα» υιοθετήθηκε από το μάρκετινγκ, διαδόθηκε ευρέως και σταδιακά μετατράπηκε σε κανόνα υγείας—αν και δεν βασίστηκε ποτέ σε επιστημονική έρευνα.
Αλλά χρειάζεται άραγε όλη αυτή η υπερπροσοχή;
Αφυδάτωση: λιγότερο επικίνδυνη απ’ όσο νομίζουμε
Η σοβαρή αφυδάτωση μπορεί πράγματι να είναι επικίνδυνη. Ωστόσο, σε ένα φυσιολογικό περιβάλλον πεζοπορίας—εκτός από εξαιρετικά ζεστά, ξηρά ή εκτεθειμένα μονοπάτια επικίνδυνη αφυδάτωση είναι σπάνια.
Το ανθρώπινο σώμα διαθέτει εκπληκτικούς μηχανισμούς προσαρμογής: μειώνει την παραγωγή ούρων, διαχειρίζεται έξυπνα τα υγρά του και αντέχει πολύ περισσότερο από όσο νομίζουμε.
Η δίψα εμφανίζεται όταν έχει χαθεί περίπου 1–2% του σωματικού βάρους σε υγρά. Παρότι αυτή η απώλεια μπορεί να προκαλεί μια μικρή πτώση στην αθλητική απόδοση, για τον απλό πεζοπόρο είναι πρακτικά αμελητέα. Επαγγελματίες δρομείς συχνά τερματίζουν με απώλεια έως και 7% χωρίς σοβαρά προβλήματα.
«Η δίψα δεν είναι κατάσταση έκτακτης ανάγκης.»
Πόσο νερό χρειαζόμαστε πραγματικά στο μονοπάτι;
Οι περισσότεροι υποθέτουν ότι χρειάζονται πολύ μεγαλύτερες ποσότητες νερού από τις πραγματικές τους ανάγκες.
Αυτές οι μετρήσεις δεν αντικατοπτρίζουν τον μέσο πεζοπόρο που κινείται μέτρια, σταματά συχνά, δεν ιδρώνει υπερβολικά και φορά κανονικό εξοπλισμό.
Στην πράξη:
-
Σε ζεστό καιρό (≈32°C): περίπου 1 λίτρο υγρών την ώρα.
-
Σε ψυχρό καιρό (≈4°C): περίπου 0,5 λίτρο την ώρα.
Οι τιμές αυτές επηρεάζονται από υγρασία, ένταση βάδισης, σωματική κατάσταση, ηλικία, φύλο, θερμοκρασία και χρόνο έκθεσης.
Αυτό σημαίνει ότι, για πολλές διαδρομές, το να κουβαλάς 3–4 λίτρα από την αρχή μπορεί να είναι περιττό και κουραστικό—ειδικά όταν μπορείς να γεμίσεις νερό από αξιόπιστες πηγές κατά μήκος του μονοπατιού.
Η πραγματική λύση: όχι «περισσότερο νερό» αλλά «έξυπνη στρατηγική»
Αντί να κουβαλάς υπερβολικό βάρος, οι ειδικοί προτείνουν:
-
Να υπολογίζεις την κατανάλωση ανάλογα με θερμοκρασία, έδαφος και ένταση.
-
Να γνωρίζεις πού υπάρχουν πηγές νερού στη διαδρομή σου.
-
Να έχεις φίλτρο ή συσκευή καθαρισμού, ώστε να μη χρειάζεται να τα κουβαλάς όλα από την αρχή.
-
Να πίνεις κατά βούληση, όχι από υποχρέωση.
-
Να αποδέχεσαι τη δίψα ως φυσιολογικό σήμα, όχι ως συναγερμό.
Η σωστή ενυδάτωση στην πεζοπορία δεν είναι θέμα «όσο περισσότερο, τόσο καλύτερα», αλλά θέμα ισορροπίας και γνώσης. Το σώμα μας είναι εξαιρετικά έξυπνο και μας ειδοποιεί όταν χρειάζεται νερό—κι αυτό, όπως δείχνουν οι έρευνες, είναι περισσότερο από αρκετό για τον μέσο πεζοπόρο.



