Η εκτέλεση της αυτοδιάσωσης με μπατόν και σκι γίνεται κατευθείαν, χωρίς δυνατότητα για προηγούμενη απόπειρα αυτασφάλισης.
Λόγω μεγάλης ταχύτητας, παραλλαγή της τεχνικής με ανατροπή αντί περιστροφής
Στις περιπτώσεις που ο σκιέρ πέσει στο έδαφος με την κατάλληλη στάση στην πλαγιά, τα πέδιλα παράλληλα και χαμηλότερα ή στο ίδιο ύψος με τους ώμους,
είναι στη συνήθη τεχνική του σκι το να (1) ανακτήσει τον έλεγχο των
μαχαιριών, να (2) στραφεί σε τραβέρσα, και να (3) εφαρμόσει ανάσχεση.
Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις ολίσθησης στην πλαγιά, με τα πέδιλα μη παράλληλα ή με τα πέδιλα ψηλότερα από τους ώμους (ή και με τις δύο περιπτώσεις μαζί), απαιτείται μια αυτοδιασωστική χορογραφία που θα φέρει τον σκιέρ στην κατάλληλη στάση για ανάκτηση και ανάσχεση.
Προϋπόθεση. Ο σκιέρ είναι τουλάχιστον μετρίου επιπέδου και με κάποια εμπειρία στη διαχείριση του σώματος και του εξοπλισμού. Έχει πρώτα εξασκήσει την τεχνική ανάσχεσης πτώσης (αυτοδιάσωσης) σε συνθήκες πίστας, σε διάφορες ταχύτητες, διάφορες κλίσεις, και ποιότητες χιονιού.
Ενώ ολισθαίνουμε, γυρνάμε και ξαπλώνουμε στην πλάτη μας, σηκώνοντας απλώς τα πέδιλα ψηλά, με όποια διάταξη έχουν μεταξύ τους.
Στη φάση αυτή, θα μας εμποδίσει σε κάποιο βαθμό ο όγκος του φορτίου που έχουμε στην πλάτη αλλά δεν θα αποτελέσει σημαντικό πρόβλημα.
(2) Με τα πόδια μισο-λυγισμένα διευθετούμε τα πέδιλα στον αέρα ώστε να είναι παράλληλα μεταξύ τους.
Συνεχίζοντας να γλιστράμε, αν απαιτείται κάνουμε περιστροφή επάνω στην πλάτη μας σαν ελικόπτερο.
(3) Χωρίς να σηκωθούμε, με τα πόδια μισο-λυγισμένα κατεβάζουμε τα πέδιλα στο έδαφος με το πλάι (δηλαδή τα μαχαίρια), κάθετα στην κατεύθυνση ολίσθησης.
Με τα πόδια μισο-λυγισμένα, τώρα έχουμε επιπλέον και έλεγχο των μαχαιριών.
Εδώ αρχίζει η πρώτη φάση της ανάσχεσης (φρένου). Ρυθμίζουμε τα μαχαίρια ώστε αυτή να είναι τόσο προοδευτική όσο επιβάλλουν η ποιότητα της ολισθηρής επιφάνειας και οι συνθήκες.
Προσοχή προσγειώνουμε τα πέδιλα στο έδαφος με τα πόδια λυγισμένα και χωρίς πολλή δύναμη. Αν το κάνουμε με δύναμη με τεντωμένα πόδια μπορεί το ένα πέδιλο να χτυπήσει την άλλη μπότα ή πόδι με μεγάλη ορμή και να πάθουμε κάποιο κάταγμα, επιπλέον, στη στάση αυτή δεν έχουμε έλεγχο στα μαχαίρια. Αν το κάνουμε με δύναμη με πολύ διπλωμένα πόδια, είναι πολύ εύκολο να ανατραπούμε πλευρικά, ορμώντας με ανατροπή προς τα κάτω.
Ανάλογα τις συνθήκες και τους παράγοντες στην ολίσθηση, πχ πολύ παγωμένη επιφάνεια, ή μεγάλη ταχύτητα ολίσθησης, η περιστροφή ίσως να μην μπορεί να γίνει όσο απαιτείται. Στην περίπτωση αυτή, αντί της περιστροφής επάνω στην πλάτη μας, εκτελούμε όση από την απαιτούμενη περιστροφή μπορούμε και μπαίνουμε συνεχόμενα στην επόμενη φάση (3), τώρα με σκόπιμη πλευρική ανατροπή του σώματος (βλέπε φωτο στην αρχή της ενότητας) αντί περιστροφής, ώστε τελικά να φέρουμε τα πέδιλα χαμηλότερα από εμάς στην πλαγιά, που είναι το τελικό ζητούμενο. Το "μυστικό" και εδώ είναι πάντα τα μισο-λυγισμένα πόδια, ώστε να αποφύγουμε στον ελιγμό της ανατροπής είτε την υπερβολική πλευρική ορμή αν τα πόδια είναι τεντωμένα, είτε την υπερβολική πλευρική στροφορμή αν τα πόδια είναι πολύ μαζεμένα και σχεδόν ακουμπάνε οι ουρές των σκι στα οπίσθια μας.
(4) Με την προϋπόθεση ότι ήδη φοράμε τα μπατόν σωστά αφήνουμε το μέσα μπατόν απλά, χωρίς να χάνουμε χρόνο να το αφαιρέσουμε από το χέρι μας, και πιάνουμε το άλλο, το εξωτερικό, το μπατόν της κατωφέρειας.
Με άλλα λόγια.
Το χέρι που κρατά το εξωτερικό μπατόν, συνεχίζει να το κρατά από τη λαβή, ενώ το άλλο χέρι πιάνει το ίδιο μπατόν πολύ κοντά στη μύτη, στη μαργαρίτα (πιάτο).
Ακουμπάμε τη μύτη του μπατόν στο έδαφος μπροστά από το στήθος μας, γδέρνοντας με δύναμη την ολισθηρή επιφάνεια χωρίς να προσπαθούμε να μπήξουμε το μπατόν μόνιμα.
Στη φάση αυτή, σε συνδιασμό με τα πέδιλα, έχουμε την πλήρη φόρμα ανάσχεσης.
Τέλος κρίνουμε, πότε πρέπει να μαζέψουμε και άλλο τα πόδια ώστε να έχουμε καλύτερο έλεγχο στα μαχαίρια, και πότε είμαστε έτοιμοι να σηκωθούμε επάνω στα πέδιλα.
Ο μηχανικός κανόνας για τα τέσσερα στάδια, είναι: "(1) Ξαπλώνω (2) Περιστρέφω (3) Κατεβάζω (4) Ανάσχεση".
Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις ολίσθησης στην πλαγιά, με τα πέδιλα μη παράλληλα ή με τα πέδιλα ψηλότερα από τους ώμους (ή και με τις δύο περιπτώσεις μαζί), απαιτείται μια αυτοδιασωστική χορογραφία που θα φέρει τον σκιέρ στην κατάλληλη στάση για ανάκτηση και ανάσχεση.
Προϋπόθεση. Ο σκιέρ είναι τουλάχιστον μετρίου επιπέδου και με κάποια εμπειρία στη διαχείριση του σώματος και του εξοπλισμού. Έχει πρώτα εξασκήσει την τεχνική ανάσχεσης πτώσης (αυτοδιάσωσης) σε συνθήκες πίστας, σε διάφορες ταχύτητες, διάφορες κλίσεις, και ποιότητες χιονιού.
Η τεχνική:
(1) Στη φάση αυτή δεν μας απασχολεί ακόμη αν ολισθαίνουμε με το κεφάλι προς τα κάτω ή με το πλευρό ή ανάσκελα ή μπρούμυτα ή σε συνδιασμό αυτών.Ενώ ολισθαίνουμε, γυρνάμε και ξαπλώνουμε στην πλάτη μας, σηκώνοντας απλώς τα πέδιλα ψηλά, με όποια διάταξη έχουν μεταξύ τους.
Στη φάση αυτή, θα μας εμποδίσει σε κάποιο βαθμό ο όγκος του φορτίου που έχουμε στην πλάτη αλλά δεν θα αποτελέσει σημαντικό πρόβλημα.
(2) Με τα πόδια μισο-λυγισμένα διευθετούμε τα πέδιλα στον αέρα ώστε να είναι παράλληλα μεταξύ τους.
Συνεχίζοντας να γλιστράμε, αν απαιτείται κάνουμε περιστροφή επάνω στην πλάτη μας σαν ελικόπτερο.
(3) Χωρίς να σηκωθούμε, με τα πόδια μισο-λυγισμένα κατεβάζουμε τα πέδιλα στο έδαφος με το πλάι (δηλαδή τα μαχαίρια), κάθετα στην κατεύθυνση ολίσθησης.
Με τα πόδια μισο-λυγισμένα, τώρα έχουμε επιπλέον και έλεγχο των μαχαιριών.
Εδώ αρχίζει η πρώτη φάση της ανάσχεσης (φρένου). Ρυθμίζουμε τα μαχαίρια ώστε αυτή να είναι τόσο προοδευτική όσο επιβάλλουν η ποιότητα της ολισθηρής επιφάνειας και οι συνθήκες.
Προσοχή προσγειώνουμε τα πέδιλα στο έδαφος με τα πόδια λυγισμένα και χωρίς πολλή δύναμη. Αν το κάνουμε με δύναμη με τεντωμένα πόδια μπορεί το ένα πέδιλο να χτυπήσει την άλλη μπότα ή πόδι με μεγάλη ορμή και να πάθουμε κάποιο κάταγμα, επιπλέον, στη στάση αυτή δεν έχουμε έλεγχο στα μαχαίρια. Αν το κάνουμε με δύναμη με πολύ διπλωμένα πόδια, είναι πολύ εύκολο να ανατραπούμε πλευρικά, ορμώντας με ανατροπή προς τα κάτω.
Ανάλογα τις συνθήκες και τους παράγοντες στην ολίσθηση, πχ πολύ παγωμένη επιφάνεια, ή μεγάλη ταχύτητα ολίσθησης, η περιστροφή ίσως να μην μπορεί να γίνει όσο απαιτείται. Στην περίπτωση αυτή, αντί της περιστροφής επάνω στην πλάτη μας, εκτελούμε όση από την απαιτούμενη περιστροφή μπορούμε και μπαίνουμε συνεχόμενα στην επόμενη φάση (3), τώρα με σκόπιμη πλευρική ανατροπή του σώματος (βλέπε φωτο στην αρχή της ενότητας) αντί περιστροφής, ώστε τελικά να φέρουμε τα πέδιλα χαμηλότερα από εμάς στην πλαγιά, που είναι το τελικό ζητούμενο. Το "μυστικό" και εδώ είναι πάντα τα μισο-λυγισμένα πόδια, ώστε να αποφύγουμε στον ελιγμό της ανατροπής είτε την υπερβολική πλευρική ορμή αν τα πόδια είναι τεντωμένα, είτε την υπερβολική πλευρική στροφορμή αν τα πόδια είναι πολύ μαζεμένα και σχεδόν ακουμπάνε οι ουρές των σκι στα οπίσθια μας.
(4) Με την προϋπόθεση ότι ήδη φοράμε τα μπατόν σωστά αφήνουμε το μέσα μπατόν απλά, χωρίς να χάνουμε χρόνο να το αφαιρέσουμε από το χέρι μας, και πιάνουμε το άλλο, το εξωτερικό, το μπατόν της κατωφέρειας.
Με άλλα λόγια.
Το χέρι που κρατά το εξωτερικό μπατόν, συνεχίζει να το κρατά από τη λαβή, ενώ το άλλο χέρι πιάνει το ίδιο μπατόν πολύ κοντά στη μύτη, στη μαργαρίτα (πιάτο).
Ακουμπάμε τη μύτη του μπατόν στο έδαφος μπροστά από το στήθος μας, γδέρνοντας με δύναμη την ολισθηρή επιφάνεια χωρίς να προσπαθούμε να μπήξουμε το μπατόν μόνιμα.
Στη φάση αυτή, σε συνδιασμό με τα πέδιλα, έχουμε την πλήρη φόρμα ανάσχεσης.
Τέλος κρίνουμε, πότε πρέπει να μαζέψουμε και άλλο τα πόδια ώστε να έχουμε καλύτερο έλεγχο στα μαχαίρια, και πότε είμαστε έτοιμοι να σηκωθούμε επάνω στα πέδιλα.
Ο μηχανικός κανόνας για τα τέσσερα στάδια, είναι: "(1) Ξαπλώνω (2) Περιστρέφω (3) Κατεβάζω (4) Ανάσχεση".
Στην παραπάνω
φωτο, ο σκιέρ έχει κάνει μια κακή παραλλαγή της τεχνικής. Ασκεί με το
σώμα του την πίεση στο σημείο του μπατόν χαμηλότερα όπου θα έπρεπε να
είναι το δεξί του χέρι. Κάτι που είναι αντικανονικό. Ταυτόχρονα, έτσι,
μειώνει τη δυνατότητα χειρισμού των μαχαιριών των σκι. Προς το παρόν
αυτός ο τρόπος δεν του δημιουργεί προβλήματα γιατί το χιόνι εδώ είναι
σχετικά μαλακό, η κλίση μικρή, και η ταχύτητα προσομειωμένης πτώσης δεν
είναι μεγάλη.