Με ένα αυτοσχέδιο φορείο, μέλη της ελληνικής αποστολής κατέβασαν τον τραυµατία Χρήστο Λάµπρη προς την κατασκήνωση βάσης. Δύο Ελληνες ορειβάτες, ο Κλήµης Τσατσαράγκος και ο Δηµήτρης Μπουντόλας, έχασαν τη ζωή τους στην αποστολή του 1985.
Δύο μέλη της πρώτης ελληνικής ορειβατικής αποστολής στην παγωμένη οροσειρά, που σημαδεύτηκε από δύο θανάτους το 1985, σχεδιάζουν ένα επετειακό ταξίδι
Πρώτα είδαν το σύννεφο που σηκώθηκε στην ορθοπλαγιά. Μια τεράστια μάζα χιονιού γλίστρησε και σάρωσε τα αντίσκηνα των φίλων τους που επιχειρούσαν να προσεγγίσουν την κορυφή. Σιωπή στους ασυρμάτους. Από τα μετόπισθεν, στην κατασκήνωση βάσης, ο Πάνος Χλωροκώστας και άλλα μέλη της ορειβατικής ομάδας προσπαθούσαν να διακρίνουν ποιοι είχαν γλιτώσει. Οι αντανακλάσεις, όμως, ξεγελούσαν το βλέμμα. Μπορεί να τα έβλεπαν διπλά, να μετρούσαν ακόμη και τις σκιές. Δεν είχαν επιλογή, έπρεπε να ανέβουν εκεί πάνω.
Ηταν 22 Οκτωβρίου 1985 και η πρώτη ελληνική αποστολή στα Ιμαλάια με στόχο την ανάβαση στην κορυφή Annapurna South στα 7.219 μέτρα, μετρούσε δύο απώλειες. Η χιονοστιβάδα παρέσυρε στον θάνατο τους έμπειρους ορειβάτες Κλήμη Τσατσαράγκο και Δημήτρη Μπουντόλα. «Εχασα δύο φίλους», λέει στην «Κ» ο κ. Χλωροκώστας. Τότε ο ίδιος ήταν 24 ετών, το νεότερο μέλος της ομάδας. Του απέμεναν λίγα μαθήματα για το πτυχίο της Ιατρικής. «Η φρεσκάδα της νιότης δεν σε κρατάει από το να σκεφτείς ότι κάτι κακό μπορεί να συμβεί. Αισθάνεσαι δυνατός, ότι έχεις τα κότσια», τονίζει.
Θα γυρίσουμε χορτάτοι «Σίγουρα θα υπάρξει συναισθηματική φόρτιση. Πάντοτε σκεφτόμουν ότι θα ήθελα να επιστρέψω εκεί. Θα γυρίσουμε με νέες εμπειρίες, χορτάτοι από εικόνες και ενδεχομένως κάποια συναισθήματά μας να έχουν κάνει τον κύκλο τους», λέει ο Πάνος Χλωροκώστας.
Τέσσερις δεκαετίες μετά, στα 64 του χρόνια, ετοιμάζεται να επιστρέψει στις ίδιες πλαγιές. Μαζί με τον Χρήστο Λάμπρη, συνοδοιπόρο του τότε στα Ιμαλάια και διασωθέντα από τη χιονοστιβάδα, οργανώνουν ένα επετειακό ταξίδι πεζοπορίας μέχρι την κατασκήνωση βάσης στα 4.200 μέτρα. Εχουν ήδη συγκεντρώσει περίπου 20 συμμετοχές και αναμένουν άλλες τόσες με σκοπό να βρεθούν στο Νεπάλ τον Οκτώβριο. Αυτή η νέα αποστολή θα λειτουργήσει ως ευκαιρία αποτίμησης για το τι πήγε τότε στραβά, αλλά και προσευχής για τους σχοινοσυντρόφους που αποχωρίστηκαν στην κόψη των βράχων.
Ο κ. Λάμπρης διευκρινίζει ότι δεν θα επιχειρήσουν την ανάβαση μέχρι την κορυφή. Αλλωστε, όπως εξηγεί, δεν πραγματοποιήθηκε εκεί άλλη διεθνής απόπειρα μετά τους θανάτους του 1985. Πέρα από τους δύο Ελληνες ορειβάτες η χιονοστιβάδα σκότωσε τότε και έναν Γερμανό, μέλος άλλης αποστολής που είχε βρεθεί στο ίδιο σημείο. Τον Οκτώβριο οι συμμετέχοντες στο επετειακό ταξίδι θα χρειαστούν περίπου πέντε ημέρες πεζοπορίας για να προσεγγίσουν την κατασκήνωση βάσης. Οι συνθήκες έχουν αλλάξει. Παλιά η ίδια διαδρομή απαιτούσε διπλάσιο χρόνο. Επρεπε να διασχίσουν πυκνή βλάστηση, με βδέλλες να κολλάνε στον σβέρκο και στα πόδια τους. Διανυκτέρευαν σε αντίσκηνα, κάποιες φορές δεν υπήρχε πόσιμο νερό. Πλέον έχουν ανοιχτεί μονοπάτια, υπάρχει ηλεκτροδότηση, μοιάζει σαν άλλο βουνό.
Ανίκητη η φύση «Είναι δύσκολο να αντιληφθείς πότε ξεπερνάς το κρίσιμο σημείο. Οταν είσαι μέσα στο γεγονός μονίμως έχεις την αίσθηση ότι έχεις τον έλεγχο. Κάποιες φορές, όμως, δεν τον έχεις. Η φύση είναι τόσο δυνατή, που δεν νικιέται με τίποτα», λέει ο Χρήστος Λάμπρης.
Στην κατασκήνωση βάσης τον Οκτώβριο θα προβληθούν παλιές διαφάνειες από την αποστολή του 1985, ίσως και μια ταινία που είχαν γυρίσει τότε οι ορειβάτες. Θα αναλύσουν τις συνθήκες που επικρατούσαν, καθώς και τις αποφάσεις που κλήθηκαν να πάρουν.
Για τον κ. Λάμπρη θα είναι και μια ευκαιρία να μάθουν οι νεότεροι ορειβάτες τι συνέβαινε τότε. Δεν κρύβει ότι τα τελευταία χρόνια έχει απογοητευθεί από την τάση αυτοπροβολής στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου ακόμη και μισές προσπάθειες προβάλλονται ως μεγάλα επιτεύγματα σε χορηγούμενες αναρτήσεις. «Θέλω να μοιραστούμε την πληροφορία για το τι αξίζει», λέει. «Να μπορούν να διαχωρίσουν τα πραγματικά κατορθώματα».
Τα μέλη της πρώτης ελληνικής αποστολής στα Ιμαλάια. Η ομάδα στελεχώθηκε τότε με ορισμένους από τους πιο καταρτισμένους ορειβάτες της χώρας. Συνολικά πέντε μέλη δεν βρίσκονται σήμερα εν ζωή.
Ο «Ιμαλαϊσμός»
Η αποστολή του 1985 θεωρείται η αρχή του «Ιμαλαϊσμού» για τους Ελληνες. Οπως εξηγεί ο κ. Λάμπρης, εκείνη την εποχή οι άδειες δίνονταν από τις τοπικές αρχές με φειδώ και η Annapurna South ήταν η μόνη κορυφή που δεν ήταν «πιασμένη» από άλλη αποστολή εκείνη τη σεζόν. Ετσι τη διάλεξαν, όχι με κριτήριο εάν ήταν ασφαλέστερη. Πέρα από τους αντικειμενικούς κινδύνους που κρύβει ένα βουνό, υπήρχαν και άλλες απαιτήσεις. Είχε σημεία με μεγάλη κλίση, καθώς και πολύπλοκα περάσματα στον παγετώνα. Δεν υπήρχαν ψηφιακοί χάρτες τότε και πορεύονταν βάσει πληροφοριών που είχαν συλλέξει από προηγούμενους αναρριχητές. Αρκετές φορές αυτοσχεδίαζαν.
Γνώριζαν τους κινδύνους. Γι’ αυτό άλλωστε είχαν φτιάξει και δικό τους τραγούδι, παραφράζοντας τους στίχους του Νίκου Γκάτσου από το «Σε πότισα Ροδόσταμο». «Στην Αναπούρνα που θα πας/ κοίτα μην πέσεις σε κρεβάς», τραγουδούσαν. Crevasse σημαίνει ρωγμή στον παγετώνα.
Σχεδόν όλα τα μέλη της ελληνικής ομάδας γνωρίζονταν από αναρριχητικές συναντήσεις στα Μετέωρα και στον Ολυμπο. Είχαν παραστάσεις και από τις Αλπεις. Ηταν ορισμένοι από τους πιο έμπειρους και καταρτισμένους ορειβάτες της εποχής τους. Προτού αναχωρήσουν, επί τέσσερις μήνες, προετοιμάζονταν πυρετωδώς. Μαζί με τα υλικά που αγόρασαν έπειτα στο Νεπάλ, οι προμήθειές τους συνολικά ζύγιζαν τρεις τόνους. Χρειάστηκε η βοήθεια τουλάχιστον 100 αχθοφόρων για να τα μεταφέρουν.
«Ημασταν τότε μπατίρηδες, όλοι στις αρχές της πορείας μας. Η οργάνωση και η προετοιμασία της αποστολής ήταν και το πιο δύσκολο σκέλος», θυμάται ο Δημήτρης Καραγιάννης, μέλος εκείνης της ομάδας. «Ηταν άγνωστο το μέρος, αλλά κανείς δεν φοβήθηκε. Μασάγαμε σίδερα τότε, ήμασταν της άποψης ότι όλα θα τα νικήσουμε», λέει ο κ. Λάμπρης. «Τελικά αρχίσαμε να αντιλαμβανόμαστε και τα όριά μας. Οι αποστολές αυτού του τύπου δεν είναι από τις προσπάθειες που παρατάς εύκολα. Είναι δύσκολο να αντιληφθείς πότε ξεπερνάς το κρίσιμο σημείο. Οταν είσαι μέσα στο γεγονός μονίμως έχεις την αίσθηση ότι έχεις τον έλεγχο. Κάποιες φορές, όμως, δεν τον έχεις. Η φύση είναι τόσο δυνατή που δεν νικιέται με τίποτα».
«Ακόμη τα σκέφτομαι»
Μια σφοδρή χιονόπτωση τότε καθυστέρησε τα σχέδιά τους. Μέλη της ομάδας αποκλείστηκαν στη δεύτερη κατασκήνωση για ημέρες, ώσπου σώθηκαν οι προμήθειές τους. Οι υπόλοιποι περίμεναν να καθίσουν τα φρέσκα χιόνια προτού επιχειρήσουν την ανάβαση προς την κορυφή. Ο κ. Λάμπρης ήταν ανάμεσά τους. Μετά τη χιονοστιβάδα αποδείχθηκε σωτήρια η παρέμβαση του Μιχάλη Τσουκιά, ο οποίος έσπευσε να τον βάλει σε έναν υπνόσακο και να του αφήσει τρόφιμα και φάρμακα προτού φτάσει η ομάδα διάσωσης.
Ο κ. Καραγιάννης βρισκόταν χαμηλότερα, στην κατασκήνωση βάσης, όταν το χιόνι πλάκωσε τους φίλους του. Είχε τα πόδια του σε μια λεκάνη με νερό για να μαλακώσουν, καθώς από τα κρυοπαγήματα δεν χωρούσαν στο παπούτσι. Είδε από μακριά το σύννεφο που κάλυψε την πλαγιά. «Τους αγαπώ σαν αδέρφια μου», τονίζει για τους σχοινοσυντρόφους του από εκείνη την αποστολή. Τέσσερις δεκαετίες μετά, δεν θα βρεθεί στο επετειακό ταξίδι. «Δεν θέλω να πάω ξανά εκεί πέρα. Αν δεν είχα αυτές τις αναμνήσεις, ίσως και να πήγαινα. Ακόμη τα σκέφτομαι», λέει. Πέρα από τους δύο ορειβάτες που χάθηκαν τότε στο βουνό, άλλα τρία μέλη της ομάδας δεν βρίσκονται σήμερα στη ζωή.
Για περίπου ένα χρόνο μετά την τραγωδία στα Ιμαλάια ο κ. Χλωροκώστας απέφευγε να επισκέπτεται τα βουνά με παρέα. Θυμάται με την επιστροφή του στην Αθήνα τον πατέρα του να τον ρωτάει εάν αξίζει τον κόπο να χάσει κάποιος τη ζωή του. «Οχι», του απάντησε. Αναγνωρίζει πάντως ότι παρά τους κινδύνους, «υπάρχει μια εσωτερική δύναμη που σε σπρώχνει να βρεθείς σε ένα αντίστοιχο βουνό και αυτό προκύπτει σταδιακά». Μετά το Annapurna άλλαξε η προσέγγιση που είχαν. Ηταν πιο συγκρατημένοι. Θυμάται ότι αποφάσισαν να επιστρέψουν όταν οι συνθήκες αγρίεψαν σε άλλη αποστολή.
Ελπίζει ότι όταν φτάσουν στην κατασκήνωση βάσης τον Οκτώβριο, ο καιρός θα τους κάνει το χατίρι και θα μπορέσουν οι συμμετέχοντες να δουν ανεμπόδιστα το πανόραμα των κορυφών που ορθώνονται ολόγυρα. «Σίγουρα θα υπάρξει συναισθηματική φόρτιση», λέει. «Πάντοτε σκεφτόμουν ότι θα ήθελα να επιστρέψω εκεί. Θα γυρίσουμε με νέες εμπειρίες, χορτάτοι από εικόνες και ενδεχομένως κάποια συναισθήματά μας να έχουν κάνει τον κύκλο τους».
kathimerini.gr