Το Λούκι που οδηγεί στην κορυφή του Μύτικα, για τους έμπειρους ορειβάτες δεν είναι δύσκολη αναρρίχηση.
Εχει ανάπτυγμα περίπου 250 μέτρα και κλίση 40-45 μοίρες.
Ο χρόνος προσπέλασής του εξαρτάται από τον βαθμό εμπειρίας και ικανότητας όποιου επιχειρεί.
Ωστόσο και εδώ υπάρχουν πιθανοί κίνδυνοι. «Πάντα πρέπει να φοράει κάποιος κράνος μέσα στο Λούκι», λέει ο Λάζαρος Μποτέλης, οδηγός βουνού και διαχειριστής του καταφυγίου «Γιώσος Αποστολίδης».
«Ανάλογα με τον όγκο των ανθρώπων που ανεβαίνουν, αυξάνονται και οι πιθανότητες για κάποιο ατύχημα. Αν σκοντάψεις, αν δεν τηρήσεις τους κανόνες ασφαλείας και πέσεις εκεί, θα κατρακυλήσεις».
Το ζήτημα της χρήσης σωστού εξοπλισμού επισημαίνει και ο κ. Τρόμπακας. Παρατηρείται ορισμένοι αναρριχητές να χρησιμοποιούν ακατάλληλα κράνη που θα ήταν ιδανικά για τον χώρο ενός εργοταξίου, όχι όμως και για κάποιον που επιχειρεί να ανέβει στην ψηλότερη κορυφή του Ολύμπου.
Οι έμπειροι οδηγοί προσπαθούν να αποφύγουν τις ώρες που έχει συνωστισμό σε σημεία όπως το Λούκι. «Δεν θα πήγαινα ποτέ κάποιον στην κορυφή εάν μπροστά μας βρίσκονταν άλλα 30 άτομα», λέει ο κ. Μαρινίδης.
Απαιτείται προσοχή και σεβασμός
Στο Λούκι του Μύτικα έχουν καταγραφεί και άλλοι θάνατοι. Το 1964 μια σχοινοσυντροφιά με τέσσερα άτομα έπεσε σε εκείνο το σημείο, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ο έμπειρος ορειβάτης Ιωσήφ (Γιώσος) Αποστολίδης, το όνομα του οποίου φέρει ένα από τα καταφύγια στο «βουνό των θεών».
Τον Δεκέμβριο του 1976, μία εβδομάδα μετά τον θάνατο έξι ανθρώπων από χιονοστιβάδα στο Στεφάνι του Ολύμπου, ο εκπαιδευτής ορειβασίας Γιώργος Μιχαηλίδης, ο οποίος συνέδεσε το όνομά του με τις δυσκολότερες αναρριχήσεις στις ελληνικές ορθοπλαγιές, έλεγε σε συνέντευξή του στην «Κ»: «Το καλοκαίρι, από το μονοπάτι το ανέβασμα στον Ολυμπο είναι απλός περίπατος που θα μπορούσε να κάνει κάθε άνθρωπος που αντέχει σε πεζοπορία. Από τον Δεκέμβριο έως τον Μάιο τα πάντα είναι παγωμένα. Και η ανάβαση σε παγωμένο χιόνι είναι αναρρίχηση μεγάλης ολκής».
Στις 23 Ιουλίου 1995, σε ηλικία 80 ετών ο Μιχαηλίδης πάτησε ακόμη μια φορά στον Μύτικα, μαζί με τα εγγόνια του. Στην κατάβαση, όμως, ο βετεράνος ορειβάτης έπεσε στο Λούκι και σκοτώθηκε. Δεν έχει διευκρινιστεί εάν γλίστρησε ή έπεσε εξαιτίας καρδιακής ανακοπής ή εγκεφαλικού επεισοδίου.
Τον Αύγουστο του 2001 ο 54χρονος τότε Ιωάννης Χασιώτης, πρόεδρος του Ορειβατικού Συλλόγου Κατερίνης, επιχειρούσε την ανάβαση στον Μύτικα μαζί με τη 15μελή ομάδα του. Μια πέτρα όμως που έριξε κατά λάθος προπορευόμενος ορειβάτης τον βρήκε στο στήθος. Ο Χασιώτης έχασε την ισορροπία του, δεν κατάφερε να κρατηθεί από τα βράχια και έφυγε στη χαράδρα. Προκλήθηκε κατολίσθηση από την πτώση του και πέτρες χτύπησαν στο κεφάλι άλλο μέλος της αποστολής προκαλώντας του διάσειση.
Τον Ιούλιο του 2006 ένας 14χρονος συνοδευόμενος από τον πατέρα του, έμπειρο μέλος του Ορειβατικού Συλλόγου Πατρών, μαζί με άλλα δύο άτομα ανέβηκαν και διανυκτέρευσαν στον Ολυμπο. Το επόμενο πρωί, στην κατάβαση, το παιδί γλίστρησε στο Λούκι και έπεσε σε χαράδρα βάθους 300 μέτρων. Είχε πια νυχτώσει όταν τον ανέσυραν από εκεί, νεκρό.
Παρά την ευκολία του σε σχέση με άλλα βουνά στο εξωτερικό, ο Ολυμπος απαιτεί σεβασμό και προσοχή. «Μέσα σε λίγες εβδομάδες θα έχουν ξεχαστεί και τα τελευταία περιστατικά», λέει έμπειρος ορειβάτης. «Κι άμα βρέξει και φύγουν τα σημάδια στους βράχους, θα ξεχαστεί και πιο εύκολα».